Ο αντίκτυπος της κρίσης του COVID-19 στη λειτουργία των ΟΤΑ και το σχέδιο ανάκαμψης της τοπικής αυτοδιοίκησης

Γράφει ο Γαβριήλ Α. Κουρής | Γενικός Γραμματέας Δήμου Μινώα Πεδιάδας, Κοινωνικός-Πολιτικός Επιστήμων, B.A.,M.Sc., Ph.D.(c)

Πριν από λίγες ημέρες δόθηκαν στη δημοσιότητα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών (ΕτΠ) τα αποτελέσματα από το πρώτο Περιφερειακό και Τοπικό Βαρόμετρο της ΕΕ, το οποίο – στην έκθεση του – παρέχει μια συνοπτική εικόνα του αντίκτυπου της κοινωνικής, οικονομικής και υγειονομικής κρίσης με την οποία βρίσκονται αντιμέτωποι τους τελευταίους μήνες οι Δήμοι και οι Περιφέρειες της ΕΕ, με ιδιαίτερη εστίαση στις επιπτώσεις της πανδημίας του COVID-19 στη λειτουργία των τοπικών και περιφερειακών αρχών.

Μεταξύ των βασικών συμπερασμάτων της έκθεσης είναι ότι η πανδημία του COVID-19:

  1. έχει προκαλέσει σοβαρές επιπτώσεις στα έσοδα των τοπικών και περιφερειακών αρχών την ίδια στιγμή που οι δαπάνες τους – για την υγεία, τις κοινωνικές υπηρεσίες και την πολιτική προστασία – έχουν εκτιναχθεί, με συνέπεια να υπάρχει ένα μεγάλο «άνοιγμα της ψαλίδας» που θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την οικονομική βιωσιμότητα των Δήμων και των Περιφερειών.
  2. τείνει να δημιουργήσει, μεταξύ των νέων, μια «χαμένη γενιά» – λόγω του κορωνοϊού – όσον αφορά την πρόσβαση στην ψηφιακή εκπαίδευση και τις ευκαιρίες απασχόλησης, δημιουργώντας επισφάλειες οι οποίες επηρεάζουν δραστικά τις πολιτικές στήριξης της επιχειρηματικότητας και της απασχόλησης που σχεδιάζει και υλοποιεί η τοπική αυτοδιοίκηση.
  3. έχει επηρεάσει την ικανότητα των τοπικών και περιφερειακών συστημάτων υγείας να ανταποκριθούν επαρκώς στην παροχή αποτελεσματικής υγειονομικής περίθαλψης για την αντιμετώπιση της πανδημίας του COVID-19.
  4. έχει αναδείξει το ψηφιακό χάσμα που υπάρχει μεταξύ των διαφόρων περιοχών της Ένωσης – ιδιαίτερα μεταξύ αγροτικών και αστικών περιοχών – απόρροια και της ανάγκης υιοθέτησης της εξ αποστάσεως εργασίας (τηλεργασίας) ως μορφή απασχόλησης κατά την περίοδο του COVID-19.

Αξιοσημείωτο στοιχείο που ανέδειξε επίσης το Βαρόμετρο, είναι ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες εμπιστεύονται περισσότερο τις περιφερειακές και τοπικές αρχές σε σχέση με τις εθνικές κυβερνήσεις ή την ΕΕ, τόσο γενικά όσο και αναφορικά με την αντιμετώπιση της πανδημίας – εκφράζοντας τη θέση για ενδυνάμωση του ρόλου τους στην άσκηση τοπικών πολιτικών όπως η υγεία, η απασχόληση και οι κοινωνικές υποθέσεις, η εκπαίδευση, η κατάρτιση και ο πολιτισμός.

Την ίδια στιγμή γενική παραδοχή αποτελεί πως ο αντίκτυπος της κρίσης του COVID-19 είναι εξαιρετικά διαφοροποιημένος και έχει ισχυρή εδαφική διάσταση, η οποία επηρεάζει σημαντικά τη διαχείριση κρίσεων και τα μέτρα πολιτικής.

Τα ανωτέρω χαρακτηριστικά εμπεριέχουν σαφή αναφορά και στην ελληνική τοπική αυτοδιοίκηση η οποία, σύμφωνα με το Βαρόμετρο, αν και επλήγη σημαντικά από τις συνέπειες της κρίσης του COVID-19, κατάφερε να διαμορφώσει πλαίσια παρεμβάσεων και πολιτικών τέτοια ώστε να υποστηρίξει ενεργά τους πολίτες για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης, τη στήριξη της οικονομικής δραστηριότητας και τη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής.

Η ανάγκη για ένα εθνικό σχέδιο ανάκαμψης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης

Με αυτά τα δεδομένα και υπό το πρίσμα της παρατεταμένης περιόδου κρίσης που διαφαίνεται πως θα υπάρξει εξαιτίας της πανδημίας του COVID-19, ο προβληματισμός στην ελληνική τοπική αυτοδιοίκηση καθίσταται εύλογος, καθώς πλέον αναγνωρίζεται ότι θα απαιτηθεί μία μακρά χρονική περίοδος δράσης για την διαχείριση και άρση των αρνητικών συνεπειών που έχουν προκληθεί σε κοινωνικό, οικονομικό και υγειονομικό επίπεδο.

Στο παραπάνω δυσχερές πλαίσιο έρχονται να προστεθούν και οι δυσοίωνες προβλέψεις του προσχέδιου του προϋπολογισμού για το έτος 2021, σύμφωνα με το οποίο προβλέπεται σημαντική μείωση των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ) των Δήμων, η οποία θα ανέλθει στα 300 εκατ. € την ίδια στιγμή που η πρόβλεψη για τις κοινωνικές παροχές των ΟΤΑ εκτιμάται μειωμένη κατά 30% περίπου σε σχέση με το έτος 2020.

Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτή η – επιτακτική – ανάγκη οικοδόμησης ενός μεσοπρόθεσμου εθνικού σχεδίου που θα οδηγεί στην ανάκαμψη και ανθεκτικότητα της τοπικής αυτοδιοίκησης μέσα από στοχευμένες, ρεαλιστικές και επαρκώς χρηματοδοτούμενες πολιτικές για την εξισορρόπηση των οικονομικών, κοινωνικών, υγειονομικών και αναπτυξιακών προτεραιοτήτων αυτής.

Ζητούμενο σε αυτή τη νέα συνθήκη είναι η ταχεία κινητοποίηση πόρων προς τις τοπικές αρχές για την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων της κρίσης, την υλοποίηση επενδύσεων σε τομείς που θα ενισχύουν τον αναπτυξιακό και παραγωγικό μετασχηματισμό των ΟΤΑ, τη στήριξη των τοπικών κοινωνιών, τη δημιουργία θέσεων εργασίας σε τοπικό επίπεδο και τη γεφύρωση του «ψηφιακού χάσματος» μέσα από τη διασφάλιση της πρόσβασης σε σύγχρονες τεχνολογίες και υποδομές.

Με βάση ωστόσο το δημοσιονομικό πλαίσιο εντός του οποίου θα πρέπει να κινηθεί η χώρα το επόμενο διάστημα και τις περιορισμένες εθνικές πηγές για τη χρηματοδότηση ενός τέτοιου αναπτυξιακού σχεδίου, καθίσταται εξαιρετικά σημαντική, από πλευράς αυτοδιοίκησης, η αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Recovery and Resilience Facility) – του λεγόμενου και Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης – μέσω του οποίου η χώρα μας θα λάβει περί τα 32 δισ. € και τα οποία θα προστεθούν στα 6 δισ. € του νέου ΕΣΠΑ για την περίοδο 2021-2027.

Ως εκ τούτου, ο σχεδιασμός της τοπικής αυτοδιοίκησης – και ιδιαίτερα της πρωτοβάθμιας – οφείλει να στοχεύσει στην παραγωγική αξιοποίηση και στη μόχλευση όσο το δυνατόν περισσότερων πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης, προτάσσοντας – μεταξύ άλλων – την εκπλήρωση των εξής αναπτυξιακών πολιτικών:

– την υλοποίηση του «πράσινου» μετασχηματισμού των πόλεων για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών και κλιματικών προκλήσεων (ενεργειακή αναβάθμιση δημοτικών υποδομών, ηλεκτροκίνηση, αξιοποίηση ΑΠΕ κ.ά.).

– την προώθηση της ψηφιακής σύγκλισης και του ψηφιακού μετασχηματισμού των ΟΤΑ, με απώτερο στόχο την εσωτερική αναδιοργάνωσή τους, τη συστημική συνεργασία τους με τα άλλα επίπεδα της δημόσιας διοίκησης, τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών τους και την αποτελεσματική εξ αποστάσεως εξυπηρέτηση των πολιτών.

– την ενδυνάμωση της αστικής  βιωσιμότητας και ανθεκτικότητας μέσα από την υλοποίηση έργων και δράσεων που θα  που καθιστούν τις υποδομές των πόλεων περισσότερο ασφαλείς και ανθεκτικές, ώστε να αντιμετωπίζουν με επάρκεια και αποτελεσματικότητα χρόνιες πιέσεις και καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.

– την προώθηση σύγχρονων μοντέλων διαχείρισης των απορριμμάτων με προτεραιότητα στην ανακύκλωση αλλά και την ενεργειακή αξιοποίηση των υπολειμμάτων, με δημιουργία σύγχρονων υποδομών, αγορά σύγχρονου εξοπλισμού από τους Δήμους αλλά και οργανωμένες δράσεις ευαισθητοποίησης, εκπαίδευσης και ενεργοποίησης των πολιτών προς την κατεύθυνση της υιοθέτησης νέων συνηθειών.

– τον ανασχεδιασμό του συστήματος κοινωνικής πολιτικής σε τοπικό επίπεδο και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής μέσα από την περαιτέρω ανάπτυξη και αναβάθμιση των δημοτικών κοινωνικών δομών και τη διασύνδεση τους με τις προνοιακές δομές και τις δομές πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.

– την επέκταση και τον εκσυγχρονισμό των δικτύων (φυσικού αερίου, ύδρευσης, οπτικών ινών) των Δήμων ταυτόχρονα με την υλοποίηση έργων που βελτιώνουν το βιοτικό επίπεδο των τοπικών κοινωνιών.

Εν κατακλείδι, οι πολιτικές αυτές οφείλουν να αποτελέσουν το κύριο πλαίσιο διεκδίκησης της τοπικής αυτοδιοίκησης από την Κεντρική Κυβέρνηση, την προσεχή περίοδο, λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι η αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, συνιστά μια σύνθετη διαδικασία, που απαιτεί συναινέσεις, συνεργασίες, συγκλίσεις και αλλαγή μοντέλου στη λειτουργία του κράτους.

Σε κάθε περίπτωση ωστόσο – και προκειμένου να καταστεί εφαρμόσιμη η αποτελεσματική σύνδεση του εθνικού σχεδίου ανάκαμψης με τις στρατηγικές ανάγκες και προτεραιότητες της τοπικής αυτοδιοίκησης – απαιτείται το αμέσως επόμενο διάστημα να υπάρξει έγκαιρη και συντονισμένη δράση όλων των τοπικών αρχών και ταυτόχρονα περαιτέρω εξειδίκευση των προγραμμάτων και έργων που θα προταθούν για χρηματοδότηση μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, έτσι ώστε η σημερινή – δύσκολη – συγκυρία που βιώνει η αυτοδιοίκηση να μετατραπεί σε ευκαιρία για την οικοδόμηση περισσότερο ανθεκτικών, βιώσιμων και συνεκτικών πόλεων, με ορίζοντα το 2030.

Πηγές:

[1] European Committee of the Regions (2020), EU Annual Regional and Local Barometer. Full Report, Brussels.  | Διαθέσιμο στο: https://cor.europa.eu/en/our-work/EURegionalBarometerDocs/4370-Barometer%20optimized.pdf

[2] Υπουργείο Οικονομικών, Προσχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού 2021, Αθήνα. | Διαθέσιμο στο: https://www.minfin.gr/documents/20182/12041501/%CE%A0%CE%A1%CE%9F%CE%A3%CE%A7%CE%95%CE%94%CE%99%CE%9F_%CE%9A%CE%A0_2021.pdf/ec6ca677-2d5e-4eb3-8a96-53ebca34e6fa

[3] European Commission (2020), Recovery and Resilience Facility factsheet (28 May 2020). | Διαθέσιμο στο: https://ec.europa.eu/info/sites/info/files/2020mff_covid_recovery_factsheet.pdf

[4] ΚΕΔΕ (2020), Οι προτάσεις της Α’ Βάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης για το Ταμείο Ανάκαμψης, Αθήνα.

Σχολιάστε